Σκηνοθεσία: Κιμ Κι-Ντουκ

Σενάριο: Κιμ Κι-Ντουκ

Πρωταγωνιστούν: Γιενγκ-Σου Ο, Κιμ Κι-Ντουκ, Κιμ Γιουνγκ-Μιν, Σέο Τζάε-Κιουνγκ, Χα Φέο-Τσιν

Φωτογραφία: Ντονγκ Χιέο Μπαεκ

Μοντάζ: Κιμ Κι-Ντουκ

Μουσική: Γι Γονγκ Παρκ

Διάρκεια: 103’

Γλώσσα: Κορεάτικα

Σχετικά με την ταινία

Ο Γέρος Μοναχός και ο Νεαρός Μοναχός ζουν σαν ερημίτες σε έναν γαλήνιο ναό που πλέει πάνω σε μία λίμνη. Η ζωή τους ακολουθεί τους ατάραχους ρυθμούς των εποχών, παρότι, όμως, ζουν αποκομμένοι από τα εγκόσμια, δεν μπορούν να αποφύγουν την έλξη της ζωής, με τα πάθη και τα βάσανά της. Κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του Γέρου Μονάχου, ο Νεαρός Μοναχός παίρνει ένα σκληρό μάθημα όταν το παιδικό του παιχνίδι γίνεται άσπλαχνο. Στη συνέχεια βιώνει τη δύναμη του πόθου όταν μία νεαρή γυναίκα εισβάλλει στον κλειστό του κόσμο.  Ο πόθος του αυτός θα οδήγησε τελικά στην εμμονή και στο έγκλημα. Αλλά ύστερα από την ένταση της άνοιξης και του καλοκαιριού έρχεται το φθινόπωρο, η εποχή της περισυλλογής και τις επανόρθωσης, και τέλος ο χειμώνας, η εποχή της αφύπνισης και του διαφωτισμού.

Μία τομή, όχι τόσο στη θεματική, αισθητική ή τη φόρμα των έργων του Κιμ Κι-Ντουκ αλλά περισσότερο στην πλοκή και στη δράση, καθώς για πρώτη φόρα οι ήρωες της ταινίας δεν ανήκουν στο κοινωνικό περιθώριο της Κορεατικής μεγαλούπολης αλλά σε ένα πνευματικό περιβάλλον, όντας Βουδιστές μοναχοί. Οι εποχές της ζωής του ανθρώπου παρουσιάζονται εδώ ως ένας αιώνιος κύκλος. Η Γαλήνη που αποπνέει το φιλμ, σε σχέση με τη φόρμα και το περιεχόμενο είναι δύσκολο να περιγράφει, πολλοί μίλησαν για το πρώτο μετα-Βουδιστικό φιλμ. Τα εκφραστικά μέσα του Κι-Ντουκ παραμένουν λίγο-πολύ τα ίδια, μινιμαλιστικοί διάλογοι, ατμοσφαιρική φωτογραφία, έμφαση στα συναισθήματα μέσα από χειρονομίες, βλέμματα, κινήσεις. Το σύνολο, απλώς μαγευτικό. Το μεγάλο κοινό γνωρίζει έναν μεγάλο δημιουργό. Αξίζει να σημειωθεί πως ο ίδιος ο Κιμ Κι-Ντουκ ερμηνεύει το ρόλο του ενήλικου μοναχού.

Η ζωή με τις χαρές και τις λύπες της, μέσα από την ιστορία ενός ηλικιωμένου μοναχού και του νεαρού μαθητευομένου του, στη διάρκεια των τεσσάρων εποχών, σε μια ταινία δοσμένη με ποίηση και λυρισμό.

Η ταινία είναι ένας ύμνος στη φύση. Ένα ποίημα στη δύναμη της ζωής που κυλά όπως το νερό, άλλοτε ορμητικά ξεσπώντας πάνω σε βράχους και πέφτοντας σε καταρράκτες και άλλοτε γαλήνια και ήρεμα σχηματίζοντας λίμνες και μικρά ρυάκια. Το σίγουρο είναι ότι η ζωή είναι κίνηση, είναι ρυθμός. Οι εποχές εναλλάσσονται και ο νεαρός μαθητής καθώς ανδρώνεται έρχεται σε επαφή με τον διαλογισμό και τις αρχές του βουδισμού. Ωστόσο, ο νέος δε μπορεί να αποφύγει τις εκπλήξεις που του επιφυλάσσει η ίδια η ζωή.

Ο Κιμ Κι-Ντουκ είπε για την ταινία “Είχα σκοπό να απεικονίσω τη χαρά, το θυμό, την οδύνη και την ευχαρίστηση μέσα από τις τέσσερις εποχές και μέσα από τη ζωή ενός μοναχού που ζει σε έναν ναό στη λίμνη Jusan περιτριγυρισμένος μονάχα από την φύση”.

“Σπάνια μια τόσο απλή ταινία με έχει συγκινήσει τόσο βαθιά. Νιώθω πως θα μπορούσα να πω τα πάντα γι’ αυτήν την ταινία μέσα σε μια παράγραφο, ή να μιλάω για ώρες. Η Νοτιοκορεάτικη ταινία “Άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο, χειμώνας… και άνοιξη” (2003) είναι βουδιστική, άλλα και πανανθρώπινη. Λαμβάνει χώρα μέσα και γύρω από ένα μικρό σπίτι που επιπλέει πάνω σε μια μικρή σχεδία μέσα σε μια μικρή λίμνη, και μέσα σε αυτήν την περίμετρο εμπεριέχει τη ζωή, την πίστη, την ενηλικίωση, την αγάπη, τη ζήλια, το μίσος, τη σκληρότητα, το μυστήριο, τη λύτρωση… και τη φύση. Και επίσης έναν σκύλο, έναν κόκορα, μια γάτα, ένα πουλί ένα φίδι, μια χελώνα, ένα ψάρι κι έναν βάτραχο.

Ο πρωταγωνιστής αυτής της ταινίας είναι η ζωή, και οι ανταγωνιστές είναι ο χρόνος και η αλλαγή. Μα δεν είναι τόσο απλό, γιατί για να ζήσεις πρέπει να συμφιλιωθείς και με τους δύο αυτούς αντιπάλους.”

-Roger Ebert, 2009